|
το корунд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово корунд? — κορούνδιο как с (ново)греческого переводится слово κορούνδιο? — корунд — αρκτόμυς — ασύγκριτος — υποβίβαση — εκπαρθενεύω — εκναύλωση — ολήμερα — χοντροδουλειά — τσουκαλάς — σούβλα — λεπτούτσικος — αφιερούμαι — φοβητσιάρικος — θεονήσηκος — θάλλων — εκβιαστής — ζάβλακας — ελλειπής — στρεψοδικία — επισκευαστικά — καπελειό — μονολιθικότητο |
|||