|
η жена визиря #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жена визиря? — βεζίρισσα как с (ново)греческого переводится слово βεζίρισσα? — жена визиря — απογεματινός — λινόχρωμος — αυτοκαταλύομαι — πολυζήλευτος — μαυρισμένος — συκοπιτταρίδα — κοπρόσκυλο — συνονθύλευμα — αστένευτα — αναψήφιση — φαγγριστός — πίκα — αναμόχλευση — εθνικοποιώ — αντίλαμπρο — οπλομαχία — αστράβη — ρωσοελληνικός — πολυγαλακτία — καρυοειδής — καμπούρα |
|||