Новогреческий словарь
εξελιγμένος
εξελιγμέν|ος
развитой; современный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
развитой
? —
εξελιγμένος
как на
(ново)греческом
будет слово
современный
? —
εξελιγμένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξελιγμένος
? — развитой, современный
#
(ново)греческий словарь
—
ανταμύνομαι
—
πυροβολοστοιχία
—
ολόξανθος
—
φωτογραφία
—
πατριαρχικός
—
ανακάτεμα
—
αγγάστρωτη
—
διφθογγοποίηση
—
πάσσαρα
—
αποκαμωμένος
—
γερόγατος
—
ακινητότητα
—
προτελευτώ
—
αβερτοσύνη
—
ρυόσιμο
—
αντίξοος
—
γερμανοθρεμμένος
—
εφαρμοστής
—
αυτενέργεια
—
αγαρηνός
—
ιχθυογραφία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве