|
межпланетный; ~ σταθμός — межпланетная станция; ~ές πτήσεις — межпланетные полёты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово межпланетный? — διαπλανητικός как с (ново)греческого переводится слово διαπλανητικός? — межпланетный — μαχαιρώνω — ξεποδαριασμένος — επικτηνίατρος — ψιαθοπλόκος — αλεκτορομαχία — δολοφόνος — ψυχοπαίδα — ψευδοπατριώτης — ερειπώνομαι — μαθήτευση — τετράκωπος — φονικό — υπεργολαβία — γιορτινοντυμένος — καρουλάκι — όμβρος — συγκέρασμα — ευκολόπαρτος — αγγειορραγία — νυχτιάτικος — πανωφόρι |
|||