αναγελαστικός

формы словаβ
αναγελαστικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αναγελαστικός? —


γιουχάισμαανεπίγνωστοςξεΐδρωμαοικοδέσποιναπροδρομικάθαμπίζωμαστιχόδεντρογνωστοποιούμαιδιαλλακτικότηταφλομπέρυδροηλεκτρισμόςγλύκισμαγυρεύγωθαλασσοπνίξιμοισοβαρήςεύφημοςἀναστάτωσιςπαλαβόςμαντηλίδαδιπλοσήμαντοςπολυσύχναστος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit