|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναγελαστικός? — — γιουχάισμα — ανεπίγνωστος — ξεΐδρωμα — οικοδέσποινα — προδρομικά — θαμπίζω — μαστιχόδεντρο — γνωστοποιούμαι — διαλλακτικότητα — φλομπέρ — υδροηλεκτρισμός — γλύκισμα — γυρεύγω — θαλασσοπνίξιμο — ισοβαρής — εύφημος — ἀναστάτωσις — παλαβός — μαντηλίδα — διπλοσήμαντος — πολυσύχναστος |
|||