γκριμάτσα

формы словаβ
γκριμάτσα
η гримаса;
          κάνω ~ες — делать гримасы, гримасничать



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово гримаса? — γκριμάτσα
как с (ново)греческого переводится слово γκριμάτσα? — гримаса


καθιερωμένακαλόβουλοςμάλωμαεπιπάσσωπαρατράγουδοζωοποίησηπεχλιβάνηςκαδμείοςέμποροςδιοικητικάεσωτερικότητασυμπυκνώνομαιβιβλιοχαρτοπώλισσαδύσμοιροςταξίανάστεμαιπποφορβίαμελανίαπαραχρήμαμορφονιόςγενίκεψη




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit