|
η бот. вяз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вяз? — φτελιά как с (ново)греческого переводится слово φτελιά? — вяз — περισκοπικός — ρομβοειδής — Άραβες — σφραγιδόλιθος — ποδηλατικός — εξαεριστικός — αρχαιοπαράδοτος — στίβος — πιατέλο — πραματευτάδικο — αλληλοτρώγομαι — συμμορίτης — νυχτιάτικος — οινοπνευματόμετρο — μακιαβελλισμός — αρχιεροσύνη — αματόλη — ανάστροφα — ερυθροπύρωση — δεκαεφτά — εκμεταλλεύομαι |
|||