τουρκογύφτισσα

формы словаβ
τουρκογύφτισσα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово τουρκογύφτισσα? —


ποιοτικόςξηστρεφτήανδράκλαφέσταταξιδάκιξεκοτσάρωαλευρόσιταενδυνάμωσηανάκληματελεμέςσουβλάωρητίνωσησυγκατατάσσωεδαφιστήριονχολορραγίασιγοβραδιάζεισμύριςενδιατριβήόνειροβαθυσέβαστοςβαλίζα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit