Новогреческий словарь
παροδικώς
παροδικώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
παροδικώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
επόπτης
—
μάγκα
—
κτείνω
—
ξεμακραίνω
—
αγνωστικιστικός
—
πυροσειρίδα
—
προϋποθέτω
—
ακαταδάμαστος
—
αιθερολόγος
—
θερμοκρασιακός
—
αμαύριστος
—
αποκαλώ
—
λονδρέζικος
—
Κόπτης
—
αρχοντοκόριτσο
—
ξενομανής
—
αποστρατιωτικοποιούμαι
—
κατατρίβω
—
ανακλαδούμαι
—
υποκριτικός
—
βάϊσμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве