|
το ломбард #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ломбард? — ενεχυροδανειστήριο как с (ново)греческого переводится слово ενεχυροδανειστήριο? — ломбард — μοσκοβόλημα — εξατομίκευσις — χερσόνησος — εναγκάλισμα — καργάρισμα — χεροκρατιούμαι — μικρογράμματος — έβενος — επασχολώ — μανουάλι — ασπροσίτι — αντιζυγίζω — παγκοίνως — ποδοκομία — αντιπρόκληση — αρχομανία — ευήθης — βάσιμος — ανθρακούχος — διακλαδώνομαι — διατάσσω |
|||