|
η 1) недоразумение; από ~ — по недоразумению; 2) обида #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово недоразумение? — παραξήγηση как на (ново)греческом будет слово обида? — παραξήγηση как с (ново)греческого переводится слово παραξήγηση? — недоразумение, обида — συμπαραστάτρια — νομιναλιστικός — οινοπνευματοπωλείο — φωτοτακτισμός — απρόσκοφτος — παράδοση — λίμνασμα — γιαλώνω — αντιαισθητικά — πυρκαϊά — παπλωματάδικο — ανυπέρβατος — φάκελλος — επαναπαύομαι — κοινοβουλευηκός — απιδίτης — κουρνιαχτός — ασύντριφτος — μουνούχος — επαλλάσσομαι — σκωληκοειδίτιδα |
|||