|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναριπώ? — — χώμα — αλληλοδράνεια — αμπελόκηπος — ψωριώ — αρσίν — γουρουνίζω — νίψιμο — οπίσθιος — ελαττωματικός — αναγκάζομαι — εφεσείων — δυσκολοδούλευτος — ξεκόφτω — μπερδεψιά — νταουλιάζω — φαλτσαριστός — κακοκαρδισμένος — αγέμιστος — παχύμετρο — βρέφος — υποπλοίαρχος |
|||