Новогреческий словарь
ζαχαριάζω
ζαχαριάζω
засахаривать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
засахаривать
? —
ζαχαριάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ζαχαριάζω
? — засахаривать
#
(ново)греческий словарь
—
τρώγω
—
ανακολουθία
—
πσραλογή
—
εννεαπλάσιος
—
αγαλλιώ
—
ανήλιος
—
άχροος
—
λειχηνοειδής
—
παγάνα
—
δασμολογώ
—
επαιτικός
—
πρωρεύς
—
δεκαπλασίασμός
—
παρώρεια
—
αλάργεψη
—
γλυκοκοιμάω
—
μουσικότητα
—
χειμωνόπουλο
—
αντιδημοτικός
—
καϋμένος
—
αγγλοτραφής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве