Новогреческий словарь
τσιμπημένος
τσιμπημέν|ος
влюблённый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
влюблённый
? —
τσιμπημένος
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσιμπημένος
? — влюблённый
#
(ново)греческий словарь
—
κιβωτιοποιείον
—
ωρύομαι
—
πανθεϊσμός
—
πεθαμένα
—
περιέρχομαι
—
αδιακόνητος
—
τετροφωνία
—
εφηβότητα
—
ανάπαλιν
—
λουκουματζής
—
πρωτοψάλτης
—
λινάρι
—
αλαφρόγνωμος
—
πορτοφολάς
—
χνούς
—
εκλαμψία
—
πολύεδρο
—
σουρντίζω
—
ευαισθητοποιός
—
γλυκόξινος
—
συγκατάνευση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве