|
η мед. меланоз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меланоз? — μελανίαση как с (ново)греческого переводится слово μελανίαση? — меланоз — έξωμος — αλλαγή — βελοθυρίς — γαστρορραγία — τραχύτητα — υπόκωφος — τέμπλο — εξολόθρεμα — δοκίμιο — τριανταένα — αρχικουμούνι — επανάθεση — χερσότοπος — χνουδίζω — αυτοκινησία — έντεχνα — λωρίδα — λεοντόκαρδος — χοιρομάνδρι — πτυχίο — υποθήκευση |
|||