|
το коршун #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коршун? — κιρκινέζι как с (ново)греческого переводится слово κιρκινέζι? — коршун — σέλινο — νεραντζιά — υδροθειικός — επίορκος — διαγουμισμένος — επταπέταλος — ζαρίφης — κουβαρντοσύνη — συμπολίτης — παρελαύνω — ψαράγκαθο — αρνόκουρα — πύκνωση — μεροξημερώνομαι — αρχιεργάτρια — απερίγραφτος — διαπίστοση — αφοριστέος — αγγρισμός — σεβασμιότητα — μακροβένθος |
|||