Новогреческий словарь
διαδηλωτής
διαδηλωτ|ής
ο
демонстрант
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
демонстрант
? —
διαδηλωτής
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαδηλωτής
? — демонстрант
#
(ново)греческий словарь
—
ολιγαρχικός
—
απρόφθαστος
—
καταχώρηση
—
κιβώτιο
—
αλοπλαγκτόν
—
εθνικοποιώ
—
ψευδοκρούπ
—
κορδώνομαι
—
ξέθαμός
—
υδροηλεκτρισμός
—
αναγυρίζω
—
έλκω
—
ονόκομβος
—
εισαγγελία
—
λαμπροφόρος
—
αλκοολισμός
—
προμηνύω
—
ακαταλάλητος
—
παραθυμώνω
—
υδροπόνος
—
εκλεκτικιστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве