πείσ|ος

формы словаβ
πείσ|ος
:
          ο πείσος καί ο δείξος — такой-сякой, мерзавец, негодяй



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово πείσος? —


κουτουλιάφωτογένειαδασύπτεροςμισοτελειώνωλιγωμένοςστίλβώνωροσκοπίααιμόστικτοςπαρασκηνιακάΔήμητραοστέϊνοςκαμαρωτόςφορούσιδερμάτωσηεύκαιροςδαπανηρόςψυχομαχάωπροτύτεροςπέδιλοσοναλλαγματικόςχρωμοτυπία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit