Новогреческий словарь
επενδύτρια
επενδύτρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επενδύτρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συνακόλουθος
—
ψυχοκρατία
—
ενέπηξο
—
ένθεσμος
—
πευκοβελόνα
—
ανθοπώλις
—
ασιγησία
—
πυογένεια
—
αδιατήρητος
—
πάλη
—
αγογγυσίς
—
παρακωλύω
—
διασκεδασμός
—
αξόδιαστος
—
λειχηνοειδής
—
γαργαλητό
—
μπουγιουρντί
—
αντιθετικά
—
υμένας
—
κρείσσων
—
βεβιασμένα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве