|
не имеющий братьев #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не имеющий братьев? — ανάδελφος как с (ново)греческого переводится слово ανάδελφος? — не имеющий братьев — κωμικότητα — οστεομυελίτιδα — καταντρέπομαι — αδιήθητος — αναιρέσιμος — βοριάς — ερειστικός — αθυροστομία — απελευθερώτρια — εκμηδενιστικός — σπέκουλα — διαμαρτύρομαι — ψόα — ραιβόκρανο — σακάτικος — λούρος — στρατονομία — γλυκολεϊμονιά — σαρκίο — κλαψιάρικος — καλικατζού |
|||