|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πιτσιλωτός? — — αποζητώ — θανάσιμος — αμμοχαλικόστρωτος — αροτρίωση — καταιγιδοφόρος — παρακεντές — ατρατάριστος — άτακτος — πρωτομαρτιάτικος — σελλίνι — αψινθέλαιο — λυκίσκος — πρόκριμα — αντασφαλιστικός — παραμιλώ — στρεπτός — γαλαξίνα — θνητός — ορθοχρωματικός — θρήσκα — μέρσιμος |
|||