|
η клейстер (из крахмала) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово клейстер? — μάζαλη как с (ново)греческого переводится слово μάζαλη? — клейстер — ενοποιούμαι — ένας — καλαμίζω — βροχόπιασμα — ιππότης — αυτοκυβέρνητος — άκληρος — Βενετσιάνα — αρχοντογιός — αρραβωνιαστική — επιφυλλίδα — ασάλιωτος — κοπελλούδι — ζαλικωμένος — υπάγομαι — οψώνιον — υπερπόντιος — σωβινισμός — ηλιοθρεμμένος — εύκοσμος — πελεκημένος |
|||