|
η массажистка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово массажистка? — μασσέζ как с (ново)греческого переводится слово μασσέζ? — массажистка — ψιδιάζω — επιπίπτω — μάκω — γεροντίδιο — αντισπαθισμός — αντιχαριστικός — γαγγραινώδης — ενδοσπλάγχνιος — χαλκοφόρος — σκυφτός — ξεσκεπάζω — επιστήριγμα — μπαμπόγερια — δυσκίνητα — αγκιστρο — κλαυθμύρισμα — ανθελληνικά — δεινοποιώ — σχετικός — βυζάχτρα — ζαρτιέρα |
|||