|
ο богач, толстосум (уст.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово богач? — παραλής как на (ново)греческом будет слово толстосум? — παραλής как с (ново)греческого переводится слово παραλής? — богач, толстосум — συνειδητός — εναντιολογικός — συγκατοικώ — αθωώνω — δεδομένο — ρητινοσυλλέκτης — διεθνοποιώ — ξεφάντωμα — απλόχερης — ντουμπλέ — αποπίσω — απόλυμα — απόχη — υφήλιος — αποτίναξη — ακόντισμα — προσμαρτυρία — σταχτόπαννο — ξαρμυραίνω — φεγγαριασμένος — γλυκάκιας |
|||