|
ο юр. помощник комиссара #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово помощник комиссара? — παρεπίτροπος как с (ново)греческого переводится слово παρεπίτροπος? — помощник комиссара — ηχαγωγός — λύτης — αμήτωρ — ομάδι — αεροδυναμική — λησταντάρτης — κατά — αναδίνω — εκτονώνω — ψαλτική — χασίς — οχλώ — πεδουκλία — παρατυγχάνω — μαστιχόρρακο — τάβανος — συμπληρωματικός — αποτριχωτικός — εκτάριο — παραγεμιστός — ουραιμία |
|||