|
το побелка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово побелка? — γαλάκτισμα как с (ново)греческого переводится слово γαλάκτισμα? — побелка — αλύμαντον — σπανακόσουπα — σταυροφόρος — καταδεικτικός — φαλλί — ξεμασκαλίζω — ανεξευγένιστος — μοιράδι — στρατιωτικός — βιοαποικοδομήσιμος — καλτσοβιομηχανία — δρυοφλοιός — αναφλέγω — απατηλός — χρονοβόρος — αποκορυφώνω — ανάκουος — κατακρεούργηση — ηγμένος — διαφιλονείκηση — ακτινογράφος |
|||