|
1) меньше; 2) мат. минус; επτά ~ δύο — [phrase]семь минус два[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово меньше? — μείον как на (ново)греческом будет слово минус? — μείον как с (ново)греческого переводится слово μείον? — меньше, минус — χαρτοφύλακας — εξαλειπτικός — λύσσιασμα — αναλωτικός — πεύκινος — ακρόπρωρον — αναμαλλιάρης — χαρωπός — επιτελίς — γροθοπατινάδα — πλάγιοβάδιση — εθνεγερσία — κορνέττα — φωνοταινία — ντουφέκισμος — υδραργυρίαση — πορθμείο — αγροικητά — ασύναχτος — μυρτόλη — αναδιπλώ |
|||