|
ο дирижёр; воен. капельмейстер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дирижёр? — αρχιμουσικός как на (ново)греческом будет слово капельмейстер? — αρχιμουσικός как с (ново)греческого переводится слово αρχιμουσικός? — дирижёр, капельмейстер — συμποσιαστής — σύφιλη — αποθηριώνομαι — μπηχτή — ζουπιστός — ιερόδουλος — εκκάθαρση — μπλοφάρω — τυποποιός — αραβοσίτινος — αρσίζης — ανεπανάληπτος — καψαλήθρα — απεργιακός — καλαφάτης — ανταλλακτικός — αδικοκρένω — τεφτέρι — κιτρινόμαυρος — πελεκάω — μαθηματάκι |
|||