|
το архит. капитель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово капитель? — κεφαλοκόλωνο как с (ново)греческого переводится слово κεφαλοκόλωνο? — капитель — λειμών — αναδιοργάνωτος — αιθερομανία — προσανατολισμός — επίγονος — αποκεφάλιση — ομαδικά — ξερρηχαίνω — σεαυτού — καλάγκαθο — ανδραγαθώ — σμυριδοπανο — διοργανώνω — πυλωρικός — τσουτσούνι — κομψεύομαι — αριστοτεχνικότητα — ζόρισμα — καπνοδοχείο — εγγονός — αφουγκραστής |
|||