Новогреческий словарь
ιδιωματικό
ιδιωματικό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιδιωματικό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πέρκα
—
αυλακιά
—
ασύμμετρα
—
αλουστράριστος
—
πλύσιμο
—
εκλάμπω
—
αγαρμπος
—
ανήφορος
—
τελατίνι
—
σκήτη
—
πυγμάχος
—
κύρτωση
—
γαλακτοσκόπιο
—
έκφανση
—
βοϊδομάτης
—
τριζάτος
—
παρεκτός
—
μεσολαβώ
—
κόμησσα
—
ανυπόγραφος
—
τρωγαλίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,