|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κοροϊδιλίκι? — — αθροιστήρας — ολοκληρωματικός — φροξινάνθι — σφυγμικός — μυρσινόκοκκος — μέλλων — επά — αλάδιαστος — προπηλακισμός — δεκαεπταπλάσιος — χλωροφορμικός — πρόσπτωσις — απολυτρωτικός — ξεχωριστός — παρέστιος — ανατολικώς — λεξικογραφώ — αμαυρόχρωμος — κόμμι — αλαφρύς — πλαγκτονικός |
|||