κοροϊδιλίκι

формы словаβ
κοροϊδιλίκι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κοροϊδιλίκι? —


αθροιστήραςολοκληρωματικόςφροξινάνθισφυγμικόςμυρσινόκοκκοςμέλλωνεπάαλάδιαστοςπροπηλακισμόςδεκαεπταπλάσιοςχλωροφορμικόςπρόσπτωσιςαπολυτρωτικόςξεχωριστόςπαρέστιοςανατολικώςλεξικογραφώαμαυρόχρωμοςκόμμιαλαφρύςπλαγκτονικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit