|
полузакрытый, полуоткрытый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полузакрытый? — μισόκλειστος как на (ново)греческом будет слово полуоткрытый? — μισόκλειστος как с (ново)греческого переводится слово μισόκλειστος? — полузакрытый, полуоткрытый — καθέκαστα — αλληλούια — πλήθυνση — ευχάριστος — άδηκτος — αποδυνάμωση — ρηγοπούλα — αφρόκρεμα — παροχετευτικότητα — υπόλοιπο — αυτονομίστρια — μεταξοσκωληκοτροφικός — διαδρομή — κλειδαριά — αποδιπλώνω — αμερικανοκρατούμενος — τσιγαρλίκι — αργυρόχωμα — πορθμείο — οβελίζω — κάν |
|||