|
η тщеславие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тщеславие? — ματαιοδοξία как с (ново)греческого переводится слово ματαιοδοξία? — тщеславие — ολοθύμως — κλαυτός — πτύον — περιβαλλοντικός — δισκοφορία — σίφουνας — τσοπάνισσα — οστεοβλάστη — μέσπιλον — λαλούμενα — καρποφορώ — εξακτινώνω — στενή — φαβιανός — ἑσσόομαι — στεμφυλοπιεστήριο — γιωματίζω — ανάβω — ευέξαπτος — κοσμία — ερεθίζω |
|||