Новогреческий словарь
διατεταγμένος
διατεταγμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διατεταγμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βέρος
—
γκεστίζω
—
στρατιά
—
ραδιουργικός
—
εργαλειακός
—
ωτοπάθεια
—
πειστικός
—
μεσότριβος
—
περιγραπτός
—
συγκατέχω
—
κουτσούνα
—
αεροστεγώς
—
λωποδυτικός
—
μαλακολόι
—
χημειοτροπισμός
—
τουφεκίζω
—
αποχαύνωση
—
ενδοκρινολογία
—
σκί
—
πτύον
—
ρυόσιμο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,