|
η мор. аварийный якорь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аварийный якорь? — σπεράντζα как с (ново)греческого переводится слово σπεράντζα? — аварийный якорь — ελαιοκομείον — μάδηση — εξυψώνω — πορσελλάνη — αναμερισμένος — ντιστεγκές — Μαλτέζος — αναφροδισιακός — Βλάχα — ξεκαθαρίζομαι — μάγια — οινοπνευμάτωση — αυτοπαρουσιάζομαι — κατολισθαίνω — δρομέας — καρσιλαμάς — οξύφωνος — συγκατανεύω — ύπνος — αλλαντικός — εμπιστευτικά |
|||