|
качать насосом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово качать насосом? — τουλουμπάρω как с (ново)греческого переводится слово τουλουμπάρω? — качать насосом — ράμφος — αντισταθμιστής — λογοθεραπευτής — αδρασκελιά — απάνθηση — ερωτοληψία — υπερνικώ — εργοδηγός — προαπόδειξη — κλωσόπουλο — εκλέγειν — ξεσκοτίζομαι — εκσκάπτω — συμμορφώνομαι — στρήβω — ποιητικά — φλερτ — ξεθηλύκωτος — μουτρωμένος — καταναλωτισμός — γυναικίτι |
|||