Новогреческий словарь
τριγυρισμένος
τριγυρισμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
τριγυρισμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
έκδαρμα
—
οπισθογράφηση
—
συγκυβερνητικός
—
προαποβίωση
—
ανατεθειμένος
—
αλλοτριότητα
—
ενοποιούμαι
—
πολυύμνητος
—
υπόμνηση
—
αβιομηχάνητος
—
παρουσιάζομαι
—
Πειθώ
—
πεσσιμισμός
—
αισθηματολογικός
—
άπατα
—
βουτυρώδης
—
συνασπισμός
—
διαστικός
—
νταουλιέρης
—
ξεψυχώ
—
αγιοβασίλης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве