|
η худоба, худощавость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово худоба? — ασαρκίο как на (ново)греческом будет слово худощавость? — ασαρκίο как с (ново)греческого переводится слово ασαρκίο? — худоба, худощавость — προοδευτικός — πλισσές — πλασμώδιο — μπαστουνόβλαχος — καθέλκυση — λειχήνωση — εκχυμούμαι — ύδραρθρος — αποτρογίαση — άκανθος — ανακαίνισμός — φιλειρηνικός — δαιμονισμός — κουλουρτζής — άνανθος — πρόσφατος — υψηλότατος — παιδαριώδης — νταμάρι — ημερόβιος — ζυγοδάκτυλα |
|||