διεστάλην

формы словаβ
διεστάλην
παθ. αόρ. от διαστέλλω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово διεστάλην? —


υγρόληκτοςβολτετζάρωφατνιορραγίαεκριζωτήςθυσιαστήςανήθικαμουντζουρώνωελκωμααναψηλάφησηδόκησηκόκηλεκτροδιάγνωσηλείχωμοναχήπαράμεραπαραγκωνίζωμετεωρίτηςμυροβόλοςπρεσβυτέρακλειδούχοςσυλλυπούμαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit