|
ο большеголовый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово большеголовый? — βουδοκέφαλος как с (ново)греческого переводится слово βουδοκέφαλος? — большеголовый — ομαλότητα — μελαγχολικός — ξακρίζω — καύσος — αρχιστράτηγος — περιορίζομαι — ασακάτευτος — πλια — γυναικάρα — ηλιολατρικός — αλλαξοφεγγιά — ανακυλώ — ωογόνιο — σταθερός — πρόσω — οχτώ — κουκούτσι — ομοθυμαδόν — πολωσκόπιο — σιωπητήριο — βρυοσκεπής |
|||