|
1) июльский; 2) юлианский; ~ό ημερολόγιο — юлианский календарь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово июльский? — ιουλιανός как на (ново)греческом будет слово юлианский? — ιουλιανός как с (ново)греческого переводится слово ιουλιανός? — июльский, юлианский — φρόκαλο — κρεαταγορά — παρασκεύασμα — ωοθυλάκιον — χαϊδιάρης — φυτοτοξίνη — θέρος — αντάρτισσα — αιμορροφιλία — μεταλλικότητα — ωοτάριχον — είθισται — ελεφαντίσκος — προσπερνάω — τυφεκιοφόρος — διαύγεια — ψαρόμαλλος — σακχαρόζη — ομόθυμα — ραφή — ακοφτος |
|||