|
η отвращение к (самому) себе #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отвращение к себе? — αυτοβδελυγμία как с (ново)греческого переводится слово αυτοβδελυγμία? — отвращение к себе — κολποκήλη — ποντοπόρος — τοιχοκόλλημα — απαρνιούμαι — μικρά — αντίστυλο — προσβασιμότητα — περιωρισμένος — αναγνωριστικά — πολύλοφος — ορμιά — εξαιρέτως — μεθοκόππι — άτλας — Ιρλανδή — αντινευρικός — παλαιοντολογικός — εμετώδης — Μαλτέζος — μετράω — οπισθοδρομικός |
|||