|
η маслобойка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово маслобойка? — δουρβάνα как с (ново)греческого переводится слово δουρβάνα? — маслобойка — ανηφορίζω — ανεκβίαστος — εξομαλυντικός — μεγεθύνω — μοιραίο — αλλαντοποιία — πιπεροδοχείο — εκκύβευση — πετροβολάς — νηστήσιμος — αλλαξοκαιριά — διαμένω — μακροτάξιδος — ψιλικατζού — ζωοτροφικός — πρωταριά — ποταμιά — κομπόστα — οχιά — γράφονομία — εξανάστασις |
|||