|
ο провинциал #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово провинциал? — επαρχιώτης как с (ново)греческого переводится слово επαρχιώτης? — провинциал — υπομάζιον — απογύμνωση — κουλουβάχατα — εβραία — στομίδα — θωριά — λειρί — φραίνωμαι — σόμπα — χρυσοθηρία — θαλερός — παραλαβαίνω — ώμορφος — προνεύω — ενώτιον — αυστραλιακός — ακαθάριστος — θερμοσίφωνας — αγιοβασίλης — ρετσινιά — συνηγορία |
|||