|
η дизентерия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дизентерия? — λυσεντερία как с (ново)греческого переводится слово λυσεντερία? — дизентерия — ισομοιρία — αναπόδραστος — σκουτεράκι — συγκλίνουσα — παραφύλαγμα — χαλκωματάς — πόδιον — συγκατοχή — αξήλωτος — απολογητής — εκφυγή — τριμερής — αξιοθέατος — κατακράτηση — ξεμπουκάρω — αζητιάνευτα — οινοπνευματόμετρο — αντιγράφω — ζέστη — μικροβιολογία — αεροζυγιάζομαι |
|||