|
черноватый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово черноватый? — υπόμαυρος как с (ново)греческого переводится слово υπόμαυρος? — черноватый — καλαθοπλεκτική — καραβόσκυλος — βόριο — δράστης — στομφώδης — μαγκιώρος — συνωνυμία — πταρμός — πρωτύτερα — φανερωτής — ενέταμον — ολοφάνερος — εραλδικός — εξώστεγον — βαθυστόχαστα — ορχηστική — σκυτάλη — νηστικάδα — παλιόσκυλο — Ουκρανίδα — ψευδαπόστολος |
|||