|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντιεπιστημονικά? — — βάβισμα — ζυγίζω — τερπνότητα — λυριάζω — γρύλλισμα — Αρμένιος — εξοδεύομαι — μεθοκοπάω — ἄφατος — επαληθευτικός — διάφωτος — αντιπαραγγέλλω — εποψη — πυελίς — εύθικτος — στέρφος — γλεντζές — αδέσμευτος — ανελευθέρωτος — ψεκαστικός — πάπας |
|||