ξυλόμετρο

формы словаβ
ξυλόμετρο
το ксилометр (прибор)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово ксилометр? — ξυλόμετρο
как с (ново)греческого переводится слово ξυλόμετρο? — ксилометр


αυτοκαλούμενοςυπογραμμήανασκολοπίζωραδόνιοεξηκοντούτηςσαρκοφαγίαξεπέφτωοζώδηςαιματιάβουλιθιάμπλουανεμούραεξαεριστικόςζυγιστήςακρωτήριπερδικομάταπαρενοχλώπεχλιβάνισσαπροεικάζωαγαθωνυμίαλοξοδρόμηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit