|
το ксилометр (прибор) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ксилометр? — ξυλόμετρο как с (ново)греческого переводится слово ξυλόμετρο? — ксилометр — αυτοκαλούμενος — υπογραμμή — ανασκολοπίζω — ραδόνιο — εξηκοντούτης — σαρκοφαγία — ξεπέφτω — οζώδης — αιματιά — βουλιθιά — μπλου — ανεμούρα — εξαεριστικός — ζυγιστής — ακρωτήρι — περδικομάτα — παρενοχλώ — πεχλιβάνισσα — προεικάζω — αγαθωνυμία — λοξοδρόμηση |
|||