|
το покрытие (овец, коз) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покрытие? — μαρκάλισμα как с (ново)греческого переводится слово μαρκάλισμα? — покрытие — αλγεινότητα — ρευστοποιούμαι — βιταμίνες — ξεπικρίζω — μονύδριο — αγάμητος — σφαδαστικός — γυναικάδελφη — ζορμπάς — γονυκλινώς — ζητιάνεμα — κόθρος — υδροπότης — ερρινίζω — αχούφτιαγος — κορακάτος — μονοχρώματος — διασπωμαι — ανατομία — στουράκι — κουφίζω |
|||