|
η мастерство; виртуозность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мастерство? — αριστοτεχνικότητα как на (ново)греческом будет слово виртуозность? — αριστοτεχνικότητα как с (ново)греческого переводится слово αριστοτεχνικότητα? — мастерство, виртуозность — αμπολή — σύμπηκτος — αντεξέταση — ρεζές — λαμάζω — χρεοκοπημένος — δακρυαγωγός — ακτινογραφικός — λαρυγγοσκόπιο — λαύρα — Γιαπωνέζα — βιολετής — βαρύτονον — επίσημον — ομορφογυναίκα — γελόκλαμα — συγχορδία — μολύβι — καταβολάδο — ελευθεροπρεπής — ταξινόμος |
|||